Η δίγλωσση επικοινωνία στην Κρήτη γύρω στα 1500
Οι αιτησιογραφοι της Θεσσαλονικης
Aπό τη Σαλονίκη του 1964 και έπειτα, ακόμα θυμάμαι σκηνές της καθημερινής ζωής που μου ήταν τελείως άγνωστες από την Ολλλανδία: την αγορά Μοδιάνο, την Παναγία Χαλκέων με τους τεχνίτες του μετάλλου, τους μπογιατζήδες που περίμεναν στην Πλατεία Δικαστηρίων, αν δεν κάνω λάθος. Μια τέτοια εικόνα είναι και οι γραφείς – δεν ρώτησα ποτέ πώς τους έλεγαν – που κάθονταν στα σκαλοπάτια των Δικαστηρίων και έξω από το Διοικητήριο σε πτυσσόμενες καρέκλες με έτοιμες τις αιτήσεις και δηλώσεις για να καταγράψουν και να μεταφέρουν σε άλλη μορφή της γλώσσας τις προφορικές αιτήσεις των πελατών τους. Στην πελατεία τους δεν ανήκαν μόνον αναλφάβητοι, αλλά και απόφοιτοι δημοτικού, που δεν ήξεραν να χειρίζονται την καθαρεύουσα. Ο μη απαιτητικός πελάτης θα δεχόταν γενικά ό,τι του έλεγε ο γραφέας ως απόδοση των δικών του λόγων. Ο απαιτητικός, και να μην καταλάβαινε όλες τις καθαρευουσιάνικες ελληνικούρες, θα επέμενε πως μια ορισμένη διατύπωση θα έπρεπε να αλλάξει ή μια ορισμένη λέξη να μπει οπωσδήποτε.
Αυτή η εικόνα των αιτησιογράφων της Θεσσαλονίκης στα χρόνια του 1960 διαφωτίζει για μένα με κάποιον τρόπο τον ρόλο του λατινόγλωσσου συμβολαιογράφου στη βενετοκρατούμενη Κρήτη.
Ο βαθμος της ελληνομαθειας των ξενων κατοικων της Κρητης
Ο βαθμός της ελληνογνωσίας ή ελληνομάθειας στους βενετικής καταγωγής φεουδάρχες και στους άλλους δυτικούς μόνιμους κατοίκους της Κρήτης δεν έχει μελετηθεί ικανοποιητικά ούτε στο σύνολό του ούτε κατά τη διάρκεια ορισμένων χρονικών περιόδων. Για τον όψιμο 16ο αι. διαθέτουμε τις γνωστές πληροφορίες του Giacomo Foscarini για τον πλήρη εξελληνισμό, γλωσσικό και θρησκευτικό, ορισμένων απογόνων, ακόμα και των πιο σημαντικών βενετικών αρχοντικών οικογενειών.[1]
Το ότι κατά τον 17ο αι. οι βενετοκρητικοί ευγενείς ποιητές Βιτσέντσος Κορνάρος, Ιωάννης-Ανδρέας Τρώιλος και Μάρκος-Αντώνιος Φόσκολος έγραφαν τα έργα τους στα ελληνικά δεν παραξενεύει πια από τη στιγμή που αυτό είχε ξαναγίνει 200 χρόνια νωρίτερα. Γύρω στα 1420 ο βενετoκρητικός άρχοντας Μαρίνος Φαλιέρος, γόνος της μεγάλης βενετικής ευγενικής οικογένειας των Falier, έγραφε ποιήματα στα ελληνικά, στον παραδοσιακό ελληνικό πολιτικό στίχο, για να διαβάζονται και να ακούγονται από ένα επίσης ευγενές βενετοκρητικό κοινό: τους Λόγους διδακτικούς από τον γιο του Μάρκο, τη Ρίμα παρηγορητική από τον φίλο του Μπενεδέτο Νταμουλή, και αυτόν γόνο της βενετικής ευγενούς οικογένειας da Molin. Το ότι δύο διαλογικά έργα του, πρώιμες μορφές του θεάτρου, προορίζονταν για παραστάσεις σε φιλικό οικογενειακό περιβάλλον (η Ιστορία και όνειρο) και σε εκκλησιαστικό κοινό καθολικών (ο Θρήνος εις τα Πάθη του Χριστού) αποδεικνύει πως αυτό το κοινό, που μάλλον ταυτιζόταν, είχε την απαιτούμενη ελληνομάθεια για να απολαμβάνει το μήνυμα των έργων. Το ότι ο Φαλιέρος επέλεξε ως γλώσσα τα ελληνικά δεν σημαίνει πως ο ίδιος δεν ήξερε να εκφράζεται καλά στα ιταλικά, αλλά μάλλον πως το κοινό για το οποίο προόριζε τα έργα του ήταν κυρίως ελληνόγλωσσο. Δεν είναι τόσο ο ποιητής που καθορίζει τη γλώσσα του έργου, όσο οι αναγνώστες ή το ακροατήριο που είχε υπόψη του.[2]
Τα στεγανά ανάμεσα στην άρχουσα τάξη των ρωμαιοκαθολικών βενετών ευγενών και πολιτών/cittadini και στον ελληνορθόδοξο ντόπιο πληθυσμό της Κρήτης ήταν τον πρώτο αιώνα της περιόδου της Βενετοκρατίας βέβαια πολύ πιο απόλυτα απ’ ό.τι έναν δυο αιώνες αργότερα. Ακόμα και τότε η κατάσταση δεν μπορούσε να συγκριθεί με τον κόσμο του σήμερα. Σημερινοί οικονομικοί και πολιτικοί πρόσφυγες, χάρη και στο πιο γενικευμένο εκπαιδευτικό σύστημα και τη συμβολή των σημερινών ΜΜΕ, μιλούν και γράφουν τη γλώσσα της χώρας υποδοχής μέσα σε μία γενιά. Δεν χρειάζονται πια τρεις τέσσερις γενιές για να εγκλιματιστεί κανείς πλήρως σε μια πολιτισμικά και γλωσσικά διαφορετική ομάδα. Αν είναι σωστή η ταύτιση του ποιητή Μπεργαδή με τον Πέτρο Μπεργαδή του Φραγκίσκου, όπως πρότεινα αλλού,[3] τότε, στα τέλη του 15ου αι., ο Απόκοπος έχει γραφτεί από έναν δεύτερης γενιάς βενετοκρητικό βενετικής ευγενικής καταγωγής.
Οι συμβολαιογραφοι
Η πρώτη ίσως επαγγελματική ομάδα που αναγκάστηκε να μάθει τη γλώσσα των ντόπιων ήταν οι συμβολαιογράφοι. Αυτό δεν ίσχυε βέβαια για τους “γραικούς” νοταρίους (tabeliones/notarii greci) που κατέγραφαν πράξεις ανάμεσα σε ντόπιους σύμφωνα με το βυζαντινό δίκαιο (secundum quod consuetudo grecorum exigit). Αυτοί συνήθως είχαν τα ελληνικά ως μητρική τους γλώσσα. Όπως προκύπτει από τον διορισμό του παπά Γεωργίου Σπηλιώτη,[4] προϋπόθεση για τον διορισμό ενός γραικού νοταρίου ήταν να είναι έντιμος και έμπιστος άνθρωπος, που, ύστερα από εξέταση της ικανότητάς του[5] από τη βενετική διοίκηση, διοριζόταν αφού έδινε όρκο εμπιστοσύνης στη Βενετία. Στον πρώτο κρητικό συμβολαιογράφο που σώζονται πράξεις του, τον Pietro Scardon (1271), υπάρχουν ήδη αναφορές σ’ αυτούς τους “γραικούς” νοταρίους.
Για πράξεις του ντόπιου πληθυσμού με τους φεουδάρχες, τους άλλους ιδιοκτήτες γης, τους εμπόρους και τους δανειοδότες τους, λατίνους και εβραίους, και για τις επαφές με τη βενετική διοίκηση ήταν απαραίτητος ένας από τους tabeliones/ταβουλαρίους του Ρεθύμνου ή ο δημόσιος συμβολαιογράφος. Γι᾽ αυτόν ίσχυαν οι ίδιοι όροι με όσους ίσχυαν για τους γραικούς νοταρίους. Και επιπλέον έπρεπε να είχε μάθει τα λατινικά του επαγγέλματος του, κατά τη μακριά περίοδο μαθητείας σε ένα από τα συμβολαιογραφεία μιας μεγάλης πόλης.[6] Αποφοιτώντας από εκεί, θα είχε στη διάθεσή του ένα ‘φορμουλάριο’ της συμβολαιογραφικής τέχνης, στο οποίο θα είχε συγκεντρώσει ο ίδιος όλα τα είδη των εγγράφων με τις καθιερωμένες φόρμουλές τους που είχε μάθει κατά τη μαθητεία του στον δάσκαλό του.
Το πρωτοκολλο του δημοσιου συμβολαιογραφου Ιωαννη Longo
Αυτές οι εισαγωγικές σκέψεις είναι απαραίτητες για να κατανοήσουμε το πρωτόκολλο του κρητικού συμβολαιογράφου Ιωάννη/Zuane Longo.[7] Οι περίπου 1400 συμβολαιογραφικές του πράξεις που τις συνέταξε όσο είχε έδρα το Ρέθυμνο (1487-1490),[8] αποτελούν το παλιότερο σωζόμενο ενιαίο σώμα κειμένων για την πόλη[9] και διαφωτίζουν αρκετές πλευρές της ιστορίας του Ρεθύμνου του τέλους του 15ου αι. Τουλάχιστον οι μισοί πελάτες του προέρχονταν από τα γύρω χωριά. Πράξεις ανάμεσα σε χωρικούς από το ίδιο χωριό είναι πολύ σπάνιες ή δεν υπάρχουν καθόλου. Για τέτοιες υποθέσεις μπορεί και να έφτανε η προφορική συμφωνία, ο προφορικός λόγος. Αλλά γι᾽ αυτές και μάλλον και για πιο προσωπικά θέματα όπως προικοσύμφωνα, συμβόλαια γάμου, διαθήκες και δωρεές εν ζωή ο κόσμος πήγαινε, τουλάχιστον στα κάπως μεγαλύτερα χωριά, στον τοπικό “γραικό” ταβουλάριο, πολλές φορές τον παπά του χωριού, που τους συνέτασσε στη δική τους γλώσσα τέτοιες δικαιοπραξίες, αφού και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη υπάγονταν στο βυζαντινό δίκαιο.[10]
Για τα χρόνια 1487 ως το τέλος της θητείας του Longo στο Ρέθυμνο δεν υπήρχε άλλος δημόσιος συμβολαιογράφος εκτός από τον ‘καντσιλιάριο’ Alvisius de Ciroldis, τον γενικό γραμματέα της τοπικής βενετικής διοίκησης. Για την καλή λειτουργία του Longo ως δημόσιου συμβολαιογράφου απαραίτητη προϋπόθεση ήταν να ξέρει λατινικά ή τουλάχιστον τις καθιερωμένες λατινικές φόρμουλες/λογότυπους των πιο συνηθισμένων ειδών της συμβολαιογραφικής τέχνης. Δεύτερη προϋπόθεση ήταν να καταλαβαίνει ελληνικά και μάλλον και να τα μιλάει. Τα ελληνικά άλλωστε ήταν η γλώσσα της επικοινωνίας όχι μόνο ανάμεσα στους χωρικούς, αλλά και στους εργάτες, τους τεχνίτες και μάλλον και τους περισσότερους πολίτες/cittadini. Και αφού οι περισσότεροι Εβραίοι του νησιού ήταν Ρωμανιώτες,[11] και γι᾽ αυτούς τα ελληνικά προσφέρονταν ως γλώσσα της προφορικής επικοινωνίας.
O Longo ο ίδιος καταγόταν μάλλον από τον Χάνδακα, όπου ήταν και η πρώτη έδρα του (οι σωζόμενες διαθήκες που συνέταξε εκεί χρονολογούνται στα 1479-80, εφτά οκτώ χρόνια προτού μετακληθεί στο Ρέθυμνο).[12] Όπως υποδεικνύει και το επίθετό του, ήταν ιταλικής καταγωγής, ιταλόγλωσσος, που είχε μάθει τα ελληνικά στο περιβάλλον του και τη συμβολαιογραφική γλώσσα ως μαθητευόμενος σε κάποιον από τους συμβολαιογράφους του Χάνδακα του δεύτερου μισού του 15ου αι. (π.χ. τον Νικόλαο Gradenigo, τον γιο του Κύριλλο ή τον Φραγκίσκο Vlacho).
Το επιπεδο της ελληνομαθειας
Τα ελληνικά του πάντως δεν περιορίζονταν στην προφορική καθημερινή ομιλία και στα γνωστά από άλλα έγγραφα ελληνικά δάνεια που αφθονούν σχεδόν από την αρχή της Βενετοκρατίας στην Κρήτη για να αποδίδουν πολιτισμικά καθορισμένους όρους, ειδικά της αμπελουργίας και της εκκλησίας.[13] Και σ’ αυτόν βρίσκουμε τους όρους:
– της αγροτικής ζωής που τους συγκέντρωσε ήδη ο Cortelazzo: agocium (Cortelazzo 5 και 264), catauolizare (278), discafizare (286), fitea (289), gonicum (293-94), lachizare (286-87), mistatus (305), patitirium (314-15), sochorum (331) και trafus (334)·
– της ορθόδοξης εκκλησίας: calogerus (53), calogrea (273-74), papa (169-70) και protopapa (199-200
– εκτός από τους παραπάνω όρους,και τους γνωστοὐς από άλλες πράξεις τεχνικούς όρους calathiaticum (= υποχρεωτικό δώρο σε είδος) και metacherisi[14] (συνδρομή του φεουδάρχη/ιδιοκτήτη για κάποια συμφωνημένη εργασία).
Ο Longo όμως δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτά. Από τους πελάτες του, τους ίδιους τους καλλιεργητές της γης, πρέπει να είχε πάρει πιο ειδικευμένους όρους
– της καθημερινής τους δουλειάς: apogiaru, apoxillu, chefali, detis, gherisabello, girabelo, girochoraphum, girotrafum, milothesi, opsimo, pesula, pezoma, riachi, spitodromi, (i)spitotopum, tiromisithra, trochizare, ypotecare·[15]
– και της καθημερινής ζωής του χωριού και της πόλης: aere, agriada, apotheca, cyrographum, encremno, griparia, monasterium, monopati, papadia, paricus, pic(c)us (παράλληλα με το λατινικό συνώνυμο brachium), pnematichus, prosopsium, Triodi και tritus (=τριμμένος).
Η σωστή απόδοση των κύριων ονομάτων και τοπωνυμίων, όχι μονο του ντόπιου πληθυσμού και των χωριών, που η λατινική τους απόδοση με κάποιον τρόπο πρέπει να είχε καθιερωθεί, αλλά και των χωραφιών ή τοποθεσιών, δείχνει την κατανόηση του προφορικού κρητικού λόγου. Έτσι ο νοτάριος πιάνει σωστά και τα πρώτα δείγματα της εξέλιξης της γενικής του θηλυκού άρθρου από ‘της‘ σε ‘τση‘ και ‘τσ’ ‘, που μεταδόθηκε έπειτα και σε άλλους τύπους του θηλυκού και αρσενικόυ άρθρου: z’ Amigdaleas to lango (= στσ’ Αμυγδαλέας το λαγκό, τοποθεσία στο Agio Vassili) 755.5, zi Camares (= στσι Καμάρες, τοποθεσία) 588.5, zi Chefalas (= τση Κεφάλας, τοποθεσία στη Sancta Veneranda/Αγία Παρασκευή) 757.3, zi placas (= τση πλάκας, τοποθεσία στο Pera Munduro) 967.6, zi sichias zi detes (= στση συκιάς τσι δέτες, τοποθεσία στον Πανασό) C15.48a.
Όλα αυτά δείχνουν τη μεγάλη του εξοικείωση με τα ελληνικά: όσα άκουγε, τόσο ονόματα και τοπωνύμια όσο και ειδικούς όρους, τα κατέγραφε και τα απέδιδε σωστά.
Αλλά ήξερε και να διαβάζει ελληνικά. Στις 24.9.1489 (αρ. 1098) ο Νικόλας Κωσταντάς, γραφέας ενός ροδίτικου γριππαρίου, εμπορικού πλοίου, του παρουσίασε μια διαμαρτυρία, πράξη που παραδίδεται συνήθως από τον διαμαρτυρόμενο με πρόχειρη μορφή[16] στον συμβολαιογράφο με την παράκληση να τη διαβάσει στον ενδιαφερόμενο και έπειτα να την καταστήσει έγγραφο με νομική ισχύ. Η διαμαρτυρία του Κωσταντά, που έπρεπε να διαβαστεί στους αδερφούς κυρ-Πέτρο και κυρ-Νικόλαο Βεργίτση, ήταν γραμμένη στα ελληνικά με ελληνικούς χαρακτήρες και ο Longo ο ίδιος τη μετάφρασε από τα ελληνικά στα “δημώδη λατινικά”, δηλ. τα ιταλικά.[17]
Η θητεια του στον Χανδακα
Ο Longo μετά την αναχώρησή του από το Ρέθυμνο, το φθινόπωρο του 1490, πρέπει να εγκαταστάθηκε ξανά στον Χάνδακα. Μόλις το 1496 συνέχισε εκεί στο ίδιο φύλλο του πρωτόκολλου, όπου το 1490 είχε σταματήσει τη θητεία του στο Ρέθυμνο ως συμβολαιογράφου. Στα επόμενα 16 χρόνια συνέταξε εκεί ελάχιστες πράξεις, συχνά συμβόλαια γάμου.
Προς το τέλος μεγάλο μέρος του πρωτόκολλου αφορά τη μοιρασιά της ακίνητης περιουσίας στο χωριό Πανασό, στο Μουρνοχώρι και Παραχώρι, ανάμεσα στους αδερφούς Ιωάννη και Ιερώνυμο de Medio/de Mezzo γιους του μακαρίτη Γεωργίου. Η μοιρασιά αρ. C15 (29.1.1502), γραμμένη στα ιταλικά, εντάσσεται σε μια συμβιβαστική συμφωνία ανάμεσα στους αδερφούς, καμωμένη από τον συμβολαιογράφο Ιωάννη Longo. Η μοιρασιά αρ. C18 (11.4.1502), γραμμένη και αυτή στα ιταλικά από τον ίδιο τον Ιωάννη de Medio, εγκρίθηκε από τον Ιερώνυμο και παρουσιάστηκε έπειτα στον συμβολαιογράφο, ο οποίος την καταχώρισε στο πρωτόκολλό του. Η μοιρασιά αρ. C20, και πάλι γραμμένη στα ιταλικά, έγινε ανάμεσα στα αδέρφια την 1.3.1503 και καταχωρίστηκε στο πρωτόκολλο με συμβολαιογραφική πράξη της 24.4.1503.[18]
Η τελευταία μοιρασιά αρ C21 (2.2.1505 m.v.;) είναι γραμμένη σε ένα στενόμακρο τετράδιο (φφ. 203v-206v), όπως συνηθιζόταν στις απογραφές,[19] που εντάχθηκε στο πρωτόκολλο χωρίς προλογική ή επιλογική σημείωση του συμβολαιογράφου. Είναι το μόνο σωζόμενο από τα αρχικά δύο έγγραφα που περιέγραφαν τα ακριβή σύνορα των κτημάτων που ανήκαν στο πρώτο και στο δεύτερο μερίδιο της ακίνητής τους περιουσίας, μαζί με τα ονόματα των καλλιεργητών.
Παραθέτω αυτούσιο το κείμενο (στ. 1-124) και την έγκριση του Ιερώνυμου (στ. 192-97) και παραλείπω τους στ. 122-191 με τον κατάλογο των αμπελιών, ξεριζάμπελων, σώχωρων, πέργολων και ξάμπελων και των καλλιεργητών / ενοικιαστών τους· έγιναν όσο το δυνατό λιγότερες επεμβάσεις ως προς τον χωρισμό των λέξεων.[20]
πρωτότυπο | μεταγραφή |
---|---|
Ιησούς 1505, adi 2 fevrier | Ιησούς 1505, a di 2 fevrier |
|2 Segonda igou dhefteri mira. |
Segonda ήγου δεύτερη μοίρα. |
|3 Tabelja ola tis gognas che soghora che | Τ᾽ αbέλια όλα της Γωνιάς, και σώχωρα[21] και |
|4 cre vatines igne tutugnis tis dhe | κρεβατίνες[22], είνιαι τουτουνής της δέ- |
|5 fteris miras xecatharizondas | φτερης μοίρας, ξεκαθαρίζοντας |
|6 ombros stuto do modho che ojati ighame | ομπρός τούτο ντο μόδο[23] και, ογιατί είχαμε |
|7 tesera abelia miras mena me to miser | τέσσερα αbέλια μοιρασμένα με το μισέρ |
|8 ierognimo tona dherfοmu safenete | Ιερώνυμο τον αδερφό μου, σα φαίνεται |
|9 me instrumento nodharicho gherio | με ινστρουμέντο νοδάρικο χεριό |
|10 tuser zuane longcho pernomesta chato | του σερ Zuane Longo παίρνομε στα κάτω |
|11 isequina ta tesera ambelia mono che oghi | εις εκείνα τα τέσσερα αμπέλια μόνο και όχι |
|12 isalo che thelome che nagne sabote | εις άλλο, και θέλομε και να ‘νιαι σαν ποτέ |
|13 amirasta ojana sasome tutes tes | αμοίραστα ογιά να σάσομε[24] τούτες τες |
|14 mires edhag gnana chamo menes | μοίρες εδανιανά[25] καμωμένες. |
|15 t’ala ola oti eghome mi ras mena | Τ’ άλλα όλα ό,τι έχομε μοιρασμένα |
|16 thelome naste chunde ferma che | θέλομε να στέκουνται φέρμα και |
|17 chala sadotes echamame. – – | καλά σαν τότες εκάμαμε. — |
|18 Ta belja meonoma igne tuta: | Τ’ αbέλια με όνομα είνιαι τούτα: |
|19 tamoschata opu eevcati? afendis mas | τα μοσκάτα οπού εκράτει αφέντης[26] μας |
|20 chemis dapo equinu tora tu ma | κι εμείς dapo[27] εκείνου τώρα του μα[28] (;) |
|21 tapia igne sima isto murnoghori | τα ποία είνιαι σιμά εις το Μουρνοχώρι |
|22 che to ambeli oputone tuchosta adhi | και το αμπέλι οπού ‘τονε του Κώστα Αδεί- |
|23 pnitu dito peracha, tuta tadhio | πνητου dito Περάκα, τούτα τα δύο |
|24 isa tu miser ierognimo is ti miran du. | ήσα του μισέρ Ιερώνυμο εις τη μοίραν ντου |
|25 Ta bellja fuo de nichola chazogegni | Τ’ αbέλια fuo de Νικόλα Κατσογένη |
|26 che tabeli oputone tu chosta scapetti | και τ’ αbέλι οπού ‘τονε του Κώστα Σκαπέτη |
|27 isa emena tu zuane meti broti | ήσα εμένα του Zuane με τη μπρώτη |
|28 mirasa istimira mu. | μοιρασά εις τη μοίρα μου. |
|29 Oxoapotuto xecatharizome ojate | Όξω από τούτο ξεκαθαρίζομε ογιά τέ- |
|30 seris crevatines me tambeli dito | σερις κρεβατίνες με τ’ αμπέλι dito[29] |
|31 chumeza opueghome mi ras me | Κουμέτσα οπού έχομε μοιρασμέ- |
|32 nes me istrumento gheros tuano | νες με ιστρουμέντο χερός του ανω |
|33 gegramenu nodhariu thelome | γεγραμμένου νοδαρίου θέλομε |
|34 che na midhe grichunde istutes tes | και να μηδέ γροικούνται εις τούτες τες |
|35 mires, ima naghi chathais apomas | μοίρες ειμά να ‘χει καθαείς από μας |
|36 tus aponogramenus adherfus tes | τους απανωγραμμένους αδερφούς τες |
|37 dhio zedhiches tu sadotes eghome | δύο τσ’ εδικές του σαν τότες έχομε |
|38 (204r) chamo mena thelome nastechunde | καμωμένα, θέλομε να στέκουνται |
|39 ferma, dicheata miras menes – – | φέρμα[30], δικαίατα[31] μοιρασμένες. — |
|40 Me onoma igne tutes: tu miser Ieronimo | Με όνομα είνιαι τούτες: του μισέρ Ιερώνυμο |
|41 icrevatina tustamati chumela dito | η κρεβατίνα του Σταμάτη Κουμελά dito |
|42 marino – | Μαρίνο – |
|43 che icrevatina tu giorgi pelechano quondam cocoli. | και η κρεβατίνα του Γιώργη Πελεκάνο quondam Κοκόλη. |
|44 Emena tu zuane igne tutes: i crevatina | Εμένα του Zuane είνιαι τούτες: η κρεβατίνα |
|45 tujagni chumela tu gero de cazale evjeniqui | του Γιάννη Κουμελά του γέρο de cazale Ευγενική |
|46 che i crevatina oputo ne erimi tumanoli | και η κρεβατίνα οπού ‘τονε έρημη του Μανόλη |
|47 gharlambi meto ambeli legomeno cavurtzea. | Χαρλάμπη με το αμπέλι λεγόμενο Καβουρτζέα. |
|48 Tala ola oti evrischunde mesa sto configni over | Τ’ άλλα όλα ό,τι ευρίσκουνται μέσα στο confini over |
|49 sinoro opulegome edho apochato thelo | σύνορο οπού λέγομε εδώ αποκάτω θέλο- |
|50 me che nagricunde che nagne tutugnis | με και να γροικούνται[32] και να ‘νιαι τουτουνής |
|51 tis dhefteris miras otinos laghi. – | της δεύτερης μοίρας ό,τινος λάχει. – |
|52 Arghizi to configni over sinoro apo ton | Αρχίζει το confini over σύνορο από τον |
|53 drafo che ti strata tis apanogramenis | ντράφο[33] και τι στράτα της απανωγραμμένης |
|54 crevatinas tu jagni chumela tu gero | κρεβατίνας του Γιάννη Κουμελά του γέρο |
|55 prosti mera tu ponente che pienodas apa | προς τι μερά του πονέντε και πηαινοdας απά- |
|56 no prosti mera tu notou ti strata che | νω προς τη μερά του νότου τη στράτα και |
|57 ton drafo tis apanogramenis crevatinas | τον ντράφο της απανωγραμμένης κρεβατίνας |
|58 che tote xeteliononda ton drafo equinis | και τότε ξετελειώνοντα τον ντράφο εκεινής |
|59 tis crevatinas pienondas panda | της κρεβατίνας πηαίνοντας πάντα |
|60 prostonoto che tote napari ton drafo che to | προς το νότο και τότε να πάρει τον ντράφο και το |
|61 sinoro ver ponente tu ambelju tutuinu oputo | σύνορο ver ponente του αμπελιού τουτουινού οπού ‘το |
|62 ne tu pote stefanu ataliotti ghila | νε του ποτέ Στέφανου Ατταλιώτη Χειλά, |
|63 nasosi ostin achra tu ambelju tu mos | να σώσει ως την άκρα του αμπελιού του μοσ- |
|64 chatu ermesachu ostin apidhopula | κάτου ερμεσακού[34] ως την απιδοπούλα[35], |
|65 che tote to drafo che to sinoro oputho | και τότε το ντράφο και το σύνορο οπού θω- |
|66 ri prosto bonente tu ambelju tu moscha | ρεί προς το μπονέντε του αμπελιού του μοσκά- |
|67 tu tu jani ghumno liveri nasosi | του του Γιάννη Χούμνο Λιβέρη να σώσει |
|68 naxetelepsi osti strata ti maestra | να ξετελέψει[36] ως τη στράτα τη μαέστρα[37] |
|69 chumuna che tote ti strata strata | κουμούνα[38] και τότε τη στράτα στράτα |
|70 nequigni napiegni prostin anatoli navgii | νεκείνη να πηαίνει προς την ανατολή να βγει |
|71 stanavolema che isti vromoligni che ti | στ’ αναβόλεμα[39] και εις τη Βρωμολίμνη και τη |
|72 strata nequigni nasosi osta ghorafia | στράτα νεκείνη να σώσει ως τα χωράφια |
|73 tou giorgi pelechano opucrazunde vateas | του Γιώργη Πελεκάνο οπού κράζουνται Βατέας, |
|74 che tote equigni di strata napagi prosto vora | και τότε εκείνη ντη στράτα να πάγει προς το βορρά, |
|75(204v) igou tin gchato ti balea napagi nasosi | ήγου την γκάτω τη Μπαλέα να πάγει να σώσει |
|76 osto sinoro tou miser alesandro lulin | ως το σύνορο του μισέρ Alesandro Lulin |
|77 opone tabeli tou chostandi varangchu | οπόναι τ’ αbέλι του Κωσταντή Βαράγκου, |
|78 che tote to drafo trafo equinu prosto sinoro | και τότε το ντράφο τράφο εκεινού προς το σύνορο |
|79 to dhicho mas apano chato narthi | το δικό μας απάνω κάτω να ‘ρθεί |
|80 osto pigadhi tis gognas che apoqui napagii | ως το πηγάδι της Γωνιάς και αποκεί να πάγει |
|81 apochato apano ton digho over trafo che | αποκάτω απάνω τον ντοίχο over τράφο και |
|82 sinoro opuchame opote miser alitza | σύνορο οπού ‘καμε ο ποτέ μισέρ Αλιτζά |
|83 lulis osti riza tis lutras che tote […] | Λουλής ως τη ρίζα της Λούτρας και τότε […] |
|84 ti riza riza equinis nasosi osto vri | τη ρίζα ρίζα εκεινής να σώσει ως το Βρυ- |
|85 sidhi che rjaqui stin acra tis lutras | σίδι και ργιάκι στην άκρα της Λούτρας, |
|86 che tote apοno chato torjachi rjaqui nar | και τότε απάνω κάτω το ργιάκι ργιάκι να ‘ρ- |
|87 thi ston drafo tu ambelju tu moschatu | θεί στον ντράφο του αμπελιού του μοσκάτου |
|88 oputone tu franghuli varangcho | οπού ‘τονε του Φραγκούλη Βαράγκο, |
|89 che tote ton drafo equinu osti strata | και τότε τον ντράφο εκεινού ως τη στράτα |
|90 ti chumuna over maistra tagiu | τη κουμούνα over μαΐστρα τ’ Άγιου |
|91 giorgiu che tote ti strata nequigni | Γιωργιού, και τότε τη στράτα νεκείνη |
|92 narthi osto chefali opone to cli | να ‘ρθεί ως το κεφάλι οπόνε το κλη- |
|93 sidhaqui tagiu giorgiu che tote apa | σιδάκι[40] τ’ άγιου Γιωργιού, και τότε |
|94 no chato ton drafo tu ambelju tis | νω κάτω τον ντράφο του αμπελιού της |
|95 vene¬ zadhe nas che tu malaqi to pervoli | Βενετσάδαινας και του Μαλάκη το περβόλι |
|96 nasosi osti strata ti maistra | να σώσει ως τη στράτα τη maistra |
|97 over chumuna che tote ti strata strata | over κουμούνα και τότε τη στράτα στράτα |
|98 narthi sto jofiri che naxeteliosis os[tο] | να ‘ρθεί στο γιοφύρι και να ξετελειώσεις ως το |
|99 ruchuna ton apano tis crevatinas | ρούκουνα[41] τον απάνω της κρεβατίνας |
|100 che tu soghoru opue crati o chostandi | και του σώχωρου οπού εκράτει ο Κωσταντή |
|101 chumelas che dapo o giostu o manolis | Κουμελάς και dapo ο γιος του ο Μανόλης |
|102 osto siblio tu soghoru tu dhiacho gha | ως το σύμπλιο[42] του σώχωρου του Διάκο Χα |
|103 millu. | μήλου. |
|104 Otiene mesa setuto to configni over | Ό, τι έναι μέσα σε τούτο το confini over |
|105 sinoro thelome che nagne tutu | σύνορο θελομε και να ‘νιαι τουτου |
|106 gnis tis dhefteris miras oxo apotes | νής της δεύτερης μοίρας όξω από τες |
|107 dhio crevatines opugne tu miser jeronimo | δύο κρεβατίνες οπού ‘νιαι του μισέρ Γερώνυμο, |
|108 ton di laltre dhio opugne emena | των δε l’altre δύο οπού ‘νιαι εμένα |
|109 tu zuane meta|beli| cume|zea | του Zuane με τ’ αbέλι Κουμετσέα, να ‘χει κάθα naghi catha is tes εις τες |
|110 (205r) edhichestu osa fenete istinali mas | εδικές του ωσά φαίνεται εις την άλλη μας |
|111 mirasa xechatharinzonda che o | μοιρασά, ξεκαθαρίζοντα και ο |
|112 megas dhetis opone stanavole | μέγας δέτης[43] οπόναι στ’ αναβόλε- |
|113 ma topio crati o stamati chume | μα, το ποίο κρατεί ο Σταμάτη Κουμε |
|114 las dito marinos ojapocomato | λάς dito Μαρίνος ογι’ αποκόμματο |
|115 mias scapetatas opucrazete vate | μιας σκαπετάτας[44] οπού κράζεται Βατέ- |
|116 as stanavolema thelome | ας στ’ αναβόλεμα, θέλομε |
|117 nagrichate nane tutunis tis dhefteris | να γροικάται να’ ναι τουτουνής της δεύτερης |
|118 miras nane mesa sto confini | μοίρας, να΄ναι μέσα στο confini |
|119 opuedho grafome. | οπού εδώ γράφομε. |
|120 Achomi leme me onoma olla tambelia | Ακομή λέμε με όνομα όλα τ’ aμπέλια |
|121 che crevatines che soghora tutunis | και κρεβατίνες και σώχωρα τουτουνής |
|122 tis miras menabodha ghorafia | της μοίρας μ’ ένα bοδα[45] χωράφια |
|123 opoghi mesa sto sinoro dis apochato | οπόχει μέσα στο σύνορό ντης αποκάτω |
|124 tis stratas sti vromolimni: | της στράτας στη Βρωμολίμνη: |
|………. | ………. |
|192 † Ego ieronimo demezos tupo | Εγώ Ιερώνυμο Ντεμέτσος του πο- |
|196 te miser zorzi ime contetos istuti | τέ μισέρ Τζώρτζη είμαι κοντέτος[46] εις τούτη |
|193 timirasa osanothem chitete | τη μοιρασά ως άνωθεν κείτεται |
|194 che tasome pote nami giagiro opiso | και τάσσομαι[47] ποτέ να μη γιαγύρω[48] οπίσω |
|195 udheis crisi udheghoris crisi | ουδ’ εις κρίση[49] ουδέ χωρίς κρίση, |
|196 pema perpira ghilia. | πένα[50] πέρπυρα χίλια. |
- tugins correxi 20. ante equinu canc. pisotu 29. oxo corr. ex. hoxo 38 apono- correxi 58. stata correxi 62. dafo correxi 61. ver ponente supra lineam 86. apono correxi / rjaqui jaqui correxi 97. strastrata correxi 109. meta/beli/cumezea in margine sinistro 117. (na)ne supra lineam / dheftreis correxi
Σχολια
Συντάκτης είναι και πάλι, όπως στις περισσότερες άλλες πράξεις μοιρασιάς, ο Ιωάννης de Medio/de Mezzo. Ενώ οι προηγούμενες έχουν μεταγραφεί από τον ίδιο τον συμβολαιογράφο ή από κάποιον γραφέα του, εδώ έχουμε να κάνουμε με αυτόγραφό του και ιδιόγραφη σημείωση του αδερφού Ιερώνυμου.[51] Ο συντάκτης προτιμάει για πρακτικούς λόγους ή επειδή δεν ήξερε την ελληνική γραφή, να γράφει ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες.[52] Ο Zuane ξέρει καλύτερα ιταλικά ή τουλάχιστον τους τεχνικούς όρους από ό,τι ελληνικά. Σε διάφορα σημεία δίνει πρώτα τον ιταλικό ή μη ειδικό ελληνικό όρο, που τον διευκρινίζει αμέσως με το ‘over …’ (confini over σύνορο 48-49, 52, 104-05, τη στράτα τη maistra over κουμούνα 90, 96-97, τον ντοίχο over τράφο 81) ή στην αρχή μία φορά, με επίδραση της γραπτής γλώσσας, με το ‘ήγου …’ (Segonda ήγου δεύτερη μοίρα 2).
Για ορισμένες έννοιες ο συντάκτης δεν ξέρει την αντίστοιχη ελληνική λέξη: cazal (ο ελληνικός όρος ‘μετόχι’ αποδίδει μια μικρότερη οικιστική ενότητα, η λέξη ‘χωριό’, αν και μαρτυρείται ήδη στον Σαχλίκη,[53] δεν του ταίριαζε ως απόδοση του καθιερωμένου διοικητικού όρου ‘casal‘. Το ‘dapo‘ που συντάσσεται με γενική (=ύστερα από, αργότερα) το απέδωσε πρώτα με ‘πίσω του’, αλλά τελικά το έσβησε (στ. 20, βλ. και 101).[54] Κάτι ανάλογο ισχύει και για το ‘fuo‘ (ή τη συντομογραφία για ‘quondam‘). Προτιμά το ‘dito‘ ως απόδοση του λατινικού ‘(cognomine) dictus‘ από το ‘λεγόμενος‘ που το χρησιμοποιεί μία φορά (47). Οι όροι για τις κατευθύνσεις του ανέμου είναι όλοι ελληνικοί (ανατολή, βορράς και νότος). Εξαίρεση αποτελεί το ponente (στ. 55, 61), που εξελληνίστηκε φωνητικά σε ‘μπονέντε‘ (66).
Ο λόγος για τον οποίο ο συντάκτης έγραψε το κείμενο στα ελληνικά δεν είναι ξεκάθαρος. Αν ισχύει ότι το κοινό ή ο αποδέκτης ορίζει τη γλώσσα, θα πρέπει να υποθέσουμε πως στον μικρότερο αδερφό του τον Ιερώνυμο, τον λιγότερο ενημερωμένο στα θέματα της διαχείρισης, τα ελληνικά ήταν πιο οικεία. Ανεξήγητο παραμένει τότε γιατί οι προηγούμενες μοιρασιές έχουν συνταχθεί στα ιταλικά. Άλλη δυνατότητα είναι η μοιρασιά/απογραφή, που περιλαμβάνει και όλα τα στοιχεία σχετικά με τους γονικάρηδες, να προοριζόταν για τον διαχειριστή της ακίνητης οικογενειακής περιουσίας στο χωριό, τον ‘κουράτορα’, όπως αποκαλείται ήδη από την εποχή του Σαχλίκη. Δεν αποκλείεται βέβαια ο Longo να έκανε και από τις πράξεις που καταχωρίστηκαν στο πρωτόκολλο του στα ιταλικά (C15, 18, 20) ένα αντίγραφο στα ελληνικά.
Η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι η ελληνική του περιβάλλοντός του, δηλ. η μορφή του ανατολικοκρητικού ιδιώματος που μιλούσαν στην κεντρική Κρήτη στις αρχές του 16ου αι. Ο συντάκτης χρησιμοποιεί τους ανατολικοκρητικούς τύπους σάζω (13), μοιρασά (28, 111, 193), μερά ((55, 56, θωρώ (65-66), οπόναι (77, 92). Το κείμενο είναι αρκετά διαφωτιστικό ως προς την εξέλιξη του ιδιώματος: χρησιμοποιεί πάντα τον τύπο ‘θέλομε‘ κ.ά. (και όχι ‘θέλουμε‘), αλλά στον ενεστώτα της παθητικής φωνής πάντα τον τύπο με ‘ου’: στέκουνται(16, 38) και ευρίσκουνται (48), στα συνηρημένα ρήματα ‘γροικάται‘ (117) και ‘γροικούνται’(34, 50), αλλά όχι ‘κρατά‘, πάντα ‘κρατεί‘ (113) και ‘εκράτει‘ (100). Χαρακτηριστικά κρητικές λέξεις όπως ‘επά‘ δεν χρησιμοποιούνται (γράφει πάντα ‘εδώ‘ 49, 119), ενώ το ‘εδά‘ περιορίζεται στην επεκταμένη μορφή ‘εδανιανά‘ (14). Λίγο πιο κάτω χρησιμοποιεί το κοινό τώρα (20)
Οι διπλοτυπίες, η ύπαρξη των οποίων προβληματίζει συχνά τους εκδότες λογοτεχνικών κειμένων, απαντούν και εδώ: π.χ. χερός (32) και χεριό/χεριού (9), άνω γεγραμμένου (32-33) και απάνω γραμμένης (57), λέγομε (49) και λέμε (120), έναι (77, 92, 104, 112, 117) και είνιαι (4, 12, 18 κ.ά.)[55], μαέστρα (68) και μαΐστρα (90). Η μετοχή ενεστώτα λήγει συνήθως σε -οντα, αλλά μαρτυρείται και ο τύπος σε -οντας. Ο συντάκτης χρησιμοποιεί παράλληλα τα ρήματα ‘ξετελειώνω‘ και ‘ξετελεύω‘ (xeteliononda 58 / naxetelepsi 68). Το φαινόμενο της διπλοτυπίας παρατηρείται ακόμα και σε τοπωνύμια : Vromoligni και Vromolimni. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί η επέκταση σε τύπους της δεικτικής αντωνυμίας ‘τούτος‘: δίπλα στα tutes, equina (τύποι του ‘αυτός‘ δεν απαντούν), χρησιμοποιεί τα tutugnis (4, 50), tutuinu (61).[56] Η επέκταση αυτή μεταδόθηκε, αν είναι σωστή η μεταγραφή μου, και στο χρονικό επίρρημα ‘εδά‘: εδανιανά (14).
Ο τύπος ‘τσ’‘ αντί για τση/τσι απαντά εδώ λίγες φορές: tes dhio zedhiches (38-39), ενώ παρακάτω γράφεται tes edhichestu (109-110) και στο μη δημοσιευόμενο |139 T’ ambeli zelenas pelechano, ενώ παντού αλλού χρησιμοποιούνται οι τύποι ‘της‘ και ‘τες‘. Τα παραδείγματα από το Ρέθυμνο (βλ. παραπάνω) δείχνουν πως οι τύποι του θηλυκού άρθρου του ενικού και του πληθυντικού και του αρσενικού πληθυντικού, καμιά φορά και σε συνδυασμό με την πρόθεση ‘σε’, είχαν διαδοθεί ήδη πριν από το 1490.
Η γενική σε -ο παρατηρείται μόνο στη λέξη γέρο[57], Διάκο και Πελεκάνο, σε ξένα οικογενειακά επίθετα όπως Λόγκο (αλλά όχι στα ελληνικά Χαμηλού, Αδείπνητου) και σε ορισμένα μικρά ονόματα: Μαρίνο, Αλεσάνδρο, Γερώνυμο, Διάκο (αλλά και πάλι όχι στα ελληνικά Στεφάνου, αγίου Γεωργίου). Αναρωτιέται κανείς αν πράγματι πρόκειται για γενική των μικρών ονομάτων σε -ο ή για τον ιταλικό τύπο του ονόματος, που συμπίπτει με την αιτιατική, την πτώση που ακούγεται συνήθως στην καθημερινή χρήση. Πρβ. π.χ. την υπογραφή του Ιερώνυμου de Mezzo (Ego ieronimo demezos στ. 192). Το ίδιο συμβαίνει και στις υπόλοιπες πράξεις του Longo. Και εκεί πολύ συχνά, όταν πρόκειται για χωρικούς, το οικογενειακό επίθετο και το παρατσούκλι του πρώτου συμβαλλομένου δίνονται στην αιτιατική/κλητική, το μικρό όνομα πιο σπάνια. Εκεί φαίνεται πως η επίδραση της φόρμουλας με την οποία αρχίζουν οι περισσότερες πράξεις: manifestum/securitatem facio ego/committens committo ego αναγκάζει τον συμβολαιογράφο να λατινοποιήσει το μικρό όνομα. Yπάρχουν όμως πολλές δεκάδες εξαιρέσεις: ego Janni Contado (64.1), nos Manoli et Nicola Arcoleo fratres quondam Georgii et Vassilico |2 Furidalo quondam Janni (73.1-2), ego Thefani Xagorari |2 filius Coste (76.1-2), ego Janni Pinacopulo (182.1), ego Costa Calogerea (788.1), Testes Dimitri Manuna et Stamatius Turlino (P14.4), ego Dimitri Papadopulo (69.1), ego Vassilico |2 Vlasto filius Nicole (361.1-2), ego Vassili Tripodi quondam Coste (449.1), nos Vassili Caffura filius Nicolai |2 … et Janni Condocalo (1057.1-2).
Συντακτικά, ως προς τη σύνδεση των προτάσεων, το κείμενο ως περιγραφή προφορικού χαρακτήρα είναι πολύ απλό. Το παρατακτικό ‘και‘ είναι ο κανόνας για την απλή σύνδεση. Το εναντιωματικό ‘ειμά‘ (!, στ. 35) και το αιτιολογικό ‘ογιατί‘ απαντούν από μία φορά (στ. 6), το ομοιωτικό ‘σα‘ πιο συχνά (στ. 8, 17, 37, τα ‘ως‘ η ‘όπως‘ ποτέ). Οι αναφορικές προτάσεις εισάγονται με το αναφορικό επίρρημα ‘οπού‘· το ‘που‘ δεν μαρτυρείται, όπως ούτε το ‘ο οποίος‘· αντί γι᾽ αυτό χρησιμοποιείται δύο φορές το ‘ο ποίος‘. Εντύπωση κάνει το ότι ο συντάκτης αποφεύγει/δεν ξέρει τη χρήση του ‘όσα‘, αλλά χρησιμοποιεί αντί γι᾽ αυτό το ‘ό,τι‘ (στ. 15 Τ’ άλλα όλα ό,τι έχομε μοιρασμένα και στ. 48 Τ’ άλλα όλα ό,τι ευρίσκουνται). Στον στ. 104 το ‘ό,τι‘, που δεν έχει προηγούμενο, δεν είναι πληθυντική έννοια (Ό, τι έναι μέσα σε τούτο το confini).
Η υποτακτική σύνδεση περιορίζεται στη χρήση του ‘να‘ (βλ. π.χ. στ. 60 κ.ε.) και ‘ογιά να‘ (13). Εντύπωση κάνει η σύνταξη του ‘θέλω’: ο συντάκτης προτιμά τη ‘διπλή’ σύνδεση με ‘και να‘: θέλομε και να ‘νιαι (14, 107), θέλομε και να γροικούνται (36, 52).
Σημασια για την εκδοση της Φυλλαδας του Γαδαρου
Για την έκδοση του Γαδάρου, λύκου κι αλουπούς διήγησις ωραία που ετοιμάζει ο τιμώμενος για τη σειρά ‘Παλιότερα Κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας’ του Ι.Ν.Σ. μπορεί να έχουν σημασία δύο-τρία στοιχεία:
1. Ο κριτικός εκδότης λογοτεχνικών κειμένων δεν χρειάζεται να ανησυχεί ιδιαίτερα όταν βρίσκει στους μάρτυρές του σχετικά μεγάλη ποικιλία διπλοτυπιών. Αυτές δεν οφείλονται πάντα σε μετρικούς λόγους ή απροσεξία ή επεμβάσεις του αντιγραφέα. Μπορεί κάλλιστα ο ποιητής να αποδίδει με αυτές την γλωσσική πραγματικότητα των ημερών του.
2. Μήπως το ‘περ πονέντε‘ (Γάδαρος, στ. 163) είναι διόρθωση ενός αρχικού ‘βερ πονέντε‘, που φαίνεται να είναι lectio difficilior;
3. Άλλους ιταλικούς όρους για τις κατευθύνσεις του ανέμου δεν χρησιμοποιεί ο συντάκτης της απογραφής της ακίνητης περιουσίας εκτός από το ‘πονέντε‘ . Αυτό σημαίνει πως η λ. ‘τραμοντάνα‘ (Γάδαρος, στ. 162) έχει ως ομοιοκαταληκτούσα λέξη, άμεση σχέση με τον προορισμό του ταξιδιού, την Τάνα. Η λ. ‘τραμο(υ)ντάνα‘, όπως και οι άλλοι ιταλογενείς όροι για τις κατευθύνσεις του ανέμου, ανήκει καθαρά στο λεξιλόγιο των θαλασσινών[58] που χρησιμοποιεί η αλεπού για να εντυπωσιάσει ή να παραπλανήσει τον γάιδαρο. Η ειρωνεία είναι πως η Τάνα βρίσκεται βέβαια σε σχέση με την Κρήτη προς την τραμουντάνα/το βορρά, αλλά δεν αποκλείεται η πιο ασφαλής πορεία προς τη Μαύρη Θάλασσα να ήταν πρώτα προς τα δυτικά, παράλληλα με την ακτή της Κρήτης, και από τα Κύθηρα και μετά πάλι παράλληλα με την ακτή προς τα βορειανατολικά. Ο γάιδαρος επομένως δεν νικά την αλεπού και το λύκο μόνο στην πονηριά, αλλά και στην γνώση της ναυσιπλοΐας.
Πάνο Βασιλείου,
Την επόμενη φορά που θα ᾽ρθείς στο Castricum: μην εμπιστεύεσαι τον οδηγό σου, αυτός θέλει να σου κάνει ξενάγηση στα αξιοθέατα της πόλης και της κωμόπολης. Θυμήσου:
Από το σταθμό προς τραμοντάνα πεντήντα βήματα, δαπό στο φούρνο βερ λεβάντε και αποκεί στράτα στράτα ώς την φράγκικη εκκλησά του Άι-Παγκράτη, κάνε ακόμα σαράντα πεντήντα βήματα και όντα ιδείς να ανοίγει ομπρός σου μια πιάτσα, γύρνα οστρο-λεβάντε για μισό μίλι. Στην πλιο μιτσή πιατσέτα στρίψε ζερβά, και στη ζερβή σου χέρα στο σεγκόντο τετράγωνο να δεις το πορτρέτο της οικοδέσποινας, που κι εκείνη σε αγαπά πολύ.
ARNOLD VAN GEMERT
Castricum, Ολλανδία
Υποσημειώσεις
[1] Χρύσα Μαλτέζου, «Το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο», στο David Holton (επιμ.), Λογοτεχνία και κοινωνία στην Κρήτη της Αναγέννησης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1997, 41-42.
[2] Για τους άλλους βενετικής/ιταλικής καταγωγής ποιητές του 15ου αι. δε διαθέτουμε πληροφορίες για το κοινό τους, αλλά το παράδειγμα του Φαλιέρου αρκεί για να δεχτούμε πως στις αρχές του 15ου αι., ύστερα από 200 χρόνια βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη και συμβίωσης βενετών αποίκων με τους κρητικούς, ακόμα και η ανώτερη τάξη των βενετών ευγενών καταλάβαινε τα ελληνικά, τα μιλούσε και όσοι ήξεραν γράμματα τα διάβαζαν και τα έγραφαν.
[3] Arnold van Gemert, «Μπεργαδής και Πικατόρος. Προβλήματα χρονολόγησης», Θησαυρίσματα 36 (2006), 57-76.
[4] Μαρία Χαιρέτη, «Διοριστήριο έγγραφο Έλληνα νοταρίου της Κρήτης», Θησαυρίσματα 3 (1964), 62-72. Αναδημοσίευση του εγγράφου στο: Ιω. Χατζάκης, Περίγραμμα ιστορίας του μεταβυζαντινού δικαίου του λατινοκρατούμενου ελληνισμού. Τα λατινικά, ιταλικά και γαλλικά κείμενα. [Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών, τόμος 65], Αθήνα 2012, αρ. 181, σσ. 224-25. Η πληρέστερη μελέτη για τον νοτάριο στην λατινοκρατούμενη Ανατολή, και όχι μόνο για τον 14ο αι., παραμένει: Chryssa A. Maltezou, «Portrait of the Notary in the Latin-ruled Greek Regions of the Fourteenth Century», in: Werner Seibt (επιμ.), Geschichte und Kultur der Palaiologenzeit. Referate des Internationalen Symposions zu Ehren von Herbert Hunger (Wien, 30. November bis 3. Dezember 1994), Verlag der Österreichischen Akademie der Wisssenschaften, Wien 1996, 121-131.
[5] Δε διευκρινίζεται αν τα προσόντα του περιορίζονταν στο αν ήξερε να γράφει και να διαβάζει ή αν είχε και μια βασική γνώση του νοταριακού φορμουλαρίου. Και κατά τον 15ο αι. υπογραμμίζεται η ανησυχία της Αυθεντίας για την ποιότητα και την επάρκεια των μελλοντικών συμβολαιογράφων (βλ. W.F. Bakker – A.F. van Gemert, «Οι διαθήκες του κρητικού νοταρίου Αντωνίου Γιαλέα (1529-1532)», Κρητολογία 6 (1978), σ. 6 και υποσημ. 8). Το έγγραφο εκδόθηκε πρόσφατα στο Μανουήλ Γρηγορόπουλος νοτάριος Χάνδακα 1506 – 1532. Διαθήκες – απογραφές – εκτιμήσεις. Εκδίδουν Στέφανος Καλαμάνης – Στέλιος Λαμπάκης [Βενετικές πηγές της κρητικής ιστορίας 1], Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2003, Εισαγωγή, σ. ξ-ξα΄.
[6] Την παρουσία του εκεί μπορούμε συχνά να την παρακολουθήσουμε, επειδή το όνομά του απαντά στο πρωτόκολλο του δασκάλου του ανάμεσα στους μάρτυρες.
[7] Για περισσότερα ποσοτικά στοιχεία και την παρουσία χωρικών, Εβραίων, βενετών και κρητικών ευγενών και μη ευγενών πολιτών Ρεθύμνου, βλ. την ανακοίνωσή μου στο 11ο Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο του Ρεθύμνου: «Το Ρέθυμνο στις συμβολαιογραφικές πράξεις του Zuane Longo (1487-1490)» (www.iler.gr/). Το κείμενο της ανακοίνωσης έχει δημοσιευθεί στο http:/arnoldvangemert.com/articles/81.
[8] Θα εκδοθούν από τη Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου στη σειρά ‘Βενετικές Πηγές της Κρητικής Ιστορίας’ που διευθύνεται από τον Ιωάννη K. Μαυρομάτη. Ο πρώτος τόμος ενδέχεται να κυκλοφορήσει το 2017.
[9] Το υλικό που αφορά τον Χάνδακα είναι πολύ λιγότερο (± 50 πράξεις και διαθήκες μαζί, που καλύπτουν πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα (1479-1480 οι διαθήκες και 1496-1512 οι πράξεις).
[10] Για τον ορθόδοξο παπά ή καθολικό ιερέα ως ταβουλάριο/συμβολαιογράφο, βλ. Maltezou, ό.π., 127.
[11] Ευχαριστώ τον Benjamin Arbel για την επισήμανση. Πρβ. και τα ωραιότατα ελληνικά μικρά ονόματα πολλών Εβραιισσών: Αναστασού, Αρχοντού, Ερήνη, Ευδοκού, Καλή, Κεράννα, Κεράτσα, Πανωραία, Πόθα, Ποθητή, Χρουσάννα, Χρουσή.
[12] Μας διαφεύγουν εντελώς τα κενά στη σταδιοδρομία του (1480-1487, 1490-1496), όπως και η σχέση του με τον Νικόλαο Longo που η θητεία αρχίζει περίπου στα τελευταία χρόνια του Ιωάννη στο Ρέθυμνο (1489 – 1536).
[13] Βλ. M. Cortelazzo, L’influsso linguistico greco a Venezia, Casa editrice Patron, Bologna 1970. Τα περισσότερα δάνεια ανήκουν στην κατηγορία των παθητικών ελληνισμών, δάνεια δηλ. που απαντούν σε τοπικές συμβολαιογραφικές πράξεις και άλλα κείμενα, αλλά μάλλον δεν χρησιμοποιούνταν ευρύτερα στον καθημερινό λόγο της ίδιας της Βενετίας (Cortelazzo, LXII). Μια καλή επισκόπηση των ελληνικών δάνειων στη Βενετία δίνει το λεξικό: Greco antico, neogreco e italiano. Dizionario dei prestiti e dei parallelismi a cura di Amalia Kolonia e Massimo Peri, con un saggio introduttivo di Massimo Peri, con la collaborazione di Mattia De Poli, Federica Ferrieri, Cecilia Ghidotti, Kostis Pavlou, Anna Stimamiglio, Zanichelli editore, Bologna 2008, 47-51.
[14] Βλ. Χρύσα Μαλτέζου, «Ο όρος «metacherissi» στις αγροτικές μισθώσεις της βενετοκρατούμενης Κρήτης», Βυζαντινά 13 (1986), 1135-1147.
[15] Υπάρχει σαφές σύστημα στην προτίμηση των ελληνικών όρων. Για την κατοικία ο Longo χρησιμοποιεί πάντα τον όρο ‘domus’ ή ‘domuncula’, ποτέ ‘σπίτι’. Για ελληνικά σύνθετα με πρώτο συνθετικό ‘σπίτι’ (spitodromi, spitotopum) δεν υπάρχουν οι αντίστοιχοι όροι στα λατινικά του ή ο ελληνικός τύπος τού φαίνεται σαφέστερος. Το ίδιο ισχύει για ‘αμπέλι’. Πάντα γράφει ‘vinea’, ‘vinea deserta’, ‘vinea sive fitea’, μία φορά ξεχάστηκε και χρησιμοποιεί το ιταλικό ‘vigna‘, αλλά ποτέ ‘αμπέλι’. Αλλά ειδικούς όρους όπως ‘γυράμπελο’ (=χέρσος χώρος γύρω από το αμπέλι) και ‘χερισάμπελο’ (= χέρσο αμπέλι, αμπέλι που έχει μερικά χρόνια να καλλιεργηθεί) δεν προσπάθησε καν να τους μετατρέψει στα λατινικά. Ο όρος αυτός για τα συμβαλλόμενα μέρη ήταν αυτονόητος.
[16] Οι διαμαρτυρίες τις περισσότερες φορές διατυπώνονταν στον προφορικό λόγο, στα ιταλικά.
[17] ….. quoddam |3 protextum grecis literis anotatum manu Nicole | Costanda, scribe dicte | griparie, rogans me notarium infrascriptum dictum protextum |4 legere ser Petro et ser Nicolao Vergicio fratribus quondam ser Joannis habitatoribus Rethimi, deindeque |5 de ipso conficere publicum instrumentum ipsoque patrono dare, cuius protexti tenor talis est, ex greco in latino vulgari | sermone translatum per me notarium.
[18] Πολλά χρόνια αργότερα ο συμβολαιογράφος Νικόλαος Longo, που οι πράξεις του σώζονται στους φακέλους 132-38 (1489-1536) των Notai di Candia, καταχώρησε στις 24 Ιανουαρίου 1516 (m.v.;) στο φ. 410 την πράξη μοιρασιάς που του παρουσίασαν οι αδερφοί de Mezzo. Εκείνοι οι μήνες δυστυχώς δε σώζονται στους φακέλους του. Φαίνεται πως ο Νικόλαος Longo ήταν ο διάδοχος του Ιωάννη Longo.
[19] Βλ. Κακλαμάνης-Λαμπάκης, ό.π., Εισαγωγή, σ. 91.
[20] Για την ερμηνεία βασίστηκα στο Εμμ. Κριαράς, Λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας 1100-1669, Θεσσαλονίκη 1969 κ.ε., Μαν. Ι. Πιτυκάκης, Το γλωσσικό ιδίωμα της Ανατολικής Κρήτης. Ετυμολογία-σημασία-ορθογραφία-προφορά, τόμ. Α-Β, Αθήνα [1983] και Αντ. Ξανθινάκης, Λεξικό ερμηνευτικό και ετυμολογικό του δυτικοκρητικού γλωσσικού ιδιώματος. Συνώνυμα -αντίθετα επεξηγηματικά παραδείγματα ιδιωματικού λόγου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 20094.
[21] μικρό χωράφι περιφραγμένο
[22] κληματαριά
[23] τρόπος
[24] ισιώσουμε
[25] τώρα ‘δά
[26] πατέρας
[27] έπειτα από
[28] Άλλη δυνατότητα είναι να εννοεί: του Ματαπία.
[29] λεγόμενο
[30] στέρεα
[31] δίκαια
[32] θεωρούνται
[33] χαμηλός τοίχος
[34] έρημου;
[35] μικρή αχλαδιά
[36] τελειώσει, βγει
[37] κύρια
[38] δημόσια
[39] ανηφοριά
[40] εκκλησίτσα
[41] γωνιά
[42] κοντινό
[43] κατωφέρεια
[44] χώρος σκαμμένος και όχι οργωμένος;
[45] μοιρασμένα από ‘δά;
[46] ικανοποιημένος
[47] υπόσχομαι
[48] επιστρέψω, αλλάξω γνώμη
[49] δίκη
[50] ποινή, πρόστιμο
51] Η πολύ σύντομη ιδιόγραφη βεβαίωση του Ιερώνυμου πως είναι ευχαριστημένος με την παραπάνω μοιρασιά και δεν θα αλλάξει γνώμη ούτε σε δικαστήριο ούτε χωρίς δικαστήριο, δείχνει ένα έμπειρο χέρι με ωραίο γραφικό χαρακτήρα σε στρωτή γλώσσα. Εντύπωση κάνει το γεγονός ότι δύο φορές δίνει στο ‘n’ ένα πόδι παραπάνω και γράφει επομένως osanothem (193) και pema (196). Ο τύπος ‘kontetos‘ που χρησιμοποιεί δε μαρτυρείται μεν στο Μεσαιωνικό Λεξικό του Κριαρά, αλλά είναι ένας από τους πιθανούς κρητικούς τύπους του ‘κοντέντος’.
[52] Δεν έχουμε ιδέα πόσο διαδεδομένη ήταν ήδη στις αρχές του 16ου αι. αυτή η πρακτική. Τα χειρόγραφα λογοτεχνικών κειμένων και τα πρωτόκολλα των νοταρίων (του Γρηγορόπουλου, του Ολόκαλου, του Γιαλέα) εκείνης της εποχής είναι χωρίς εξαίρεση γραμμένα με ελληνικούς χαρακτήρες. Στον Γρηγορόπουλο υπάρχουν ελάχιστες περιπτώσεις μαρτύρων που υπογράφουν στα ελληνικά, αλλά με λατινικούς χαρακτήρες (βλ. πΚακλαμάνης – Λαμπάκης, ό.π., Εισαγωγή, σ. 96). Ο G.St. Henrich στην ανακοίνωσή του στο 11ο Κρητολογικό Συνέδριο του Ρεθύμνου για τις κρυπτοσφραγίδες στα έργα του Μπεργαδή και Πικατόρου υποθέτει πως και οι ποιητές αυτοί χρησιμοποιούσαν ήδη την λατινογράμματη γραφή. Ο Ιωάννης de Mezzo ακολουθεί πιστά ένα σε γενικές γραμμές φωνητικό σύστημα μεταγραφής με το οποίο μπορεί να αποδίδει καλά τους ελληνικούς φθόγγους. Εξαίρεση κάνει ο ίδιος για τον φθόγγο ‘γι’. Στο υπόλοιπο κείμενο το μεταγράφει ως ‘j’ (6 ojati = ογιατί, 45, 54 κ.ά. jagni = Γιάννη) στο όνομα ‘Γιώργης’ όμως προτιμά να κρατάει την παραδοσιακή μορφή του ονόματος: Giorgi 43, 73, tagiu Giorgiu 90-91, 93. Υπάρχει κάποια ασάφεια ως προς την αξία του ‘z’, που μπορεί να αποδίδει τόσο το ‘τσ’ (πρβ. 37 zedhiches = τσ’ εδικές, 192 demezos = ντε Μέτσος), όσο και ‘ζ’ (πρβ. 52 arghizo = αρχίζω, 73 crazunde = κράζουνται, 83 riza = ρίζα). Δεν υπάρχει συνέπεια στην απόδοση των φθόγγων -μπ-, -ντ- και -γκ-, τόσο μέσα στη λέξη όσο και στη συμπροφορά δύο λέξεων: γράφει abeli και ambeli, pienodas (55), pienondas (59) και xeteleiononda (58), ton drafo (58, 60 κ.ά.), to drafo (65), ton digho over trafo (81). Το τελικό ‘-ν’ σε φωνητικά σημαντικές θέσεις γράφεται, αλλά μπορεί να κολλήσει ως αρκτικό ‘ν-‘ στην επόμενη λέξη: ti strata nequigni (91).
[53] Η λέξη ίσως να μη σήμαινε τόσο το χωριό ως διοικητική ενότητα, αλλά ως επαρχιώτικος χώρος με την αρνητική της σημασία.
[54] Το ‘τότε’, βασικό συστατικό της περιγραφής του, δεν αποδίδει το προτερόχρονο, αλλά έχει τοπική σημασία.
[55] Ίσως εδώ να μην πρόκειται για διπλοτυπία, αλλά για διαφοροποίηση του 3ου προσώπου ενικού και πληθυντικού του ρήματος ‘είναι’: ο τύπος έναι του ενικού και είνιαι του πληθυντκού. Και στον παρατατικό παρατηρείται παρόμοια διαφοροποίηση: ήτονε (22, 26, 46, 88) και ήσα (24, 27).
[56] Προς το τέλος του εγγράφου η φωνητική απόδοση του ‘n’ ανάμεσα σε φωνήεντα, και ειδικά πριν από ‘i’, αλλάζει. Δε γράφει πια: tutugnis (3), αλλά tutunis (117, 121).
[57] Παρακάτω στα ονόματα των καλλιεργητών/γονικάρηδων χρησιμοποιείται η συντομογραφία Vo (= vecchio) με την ίδια σημασία
[58] Βλ. Armand Delatte, Les portulans grecs [Bibliothèque de la Faculté de Philosophie et Lettres de l’Université de Liège CVII], Liège 1947, Index verborum, λ. τραμουντάνα/τρεμουντάνα. Ευχαριστώ τους συνεργάτες του Μεσαιωνικού Λεξικού του Κριαρά που με ενημέρωσαν για τη χρήση της λέξης σε άλλα κείμενα.
Αναδημοσίευση με μικρές αλλαγές από το περιοδικό Ελληνικά 63 (2013-2014), 45-60.