Τα ποιήματα του Στέφανου Σαχλίκη και η αναθεώρησή τους

Ο χρόνος σύνθεσης του σαχλικικού έργου

Από τα ποιήματα του Σαχλίκη μόνο η Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη μπορεί να χρονολογηθεί με σιγουριά με βάση τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που αναφέρονται. Terminus post quem είναι τέλος της πρώτης μάλλον θητείας του Στέφανου Σαχλίκη ως δικηγόρου του δημοσίου το 1384. Οι λεγόμενες Συμβουλές στον Φραντζισκή, όπου ο ποιητής χρησιμοποιεί το ίδιο είδος της ζευγαρωτής ομοιοκαταληξίας, που την πρωτοεφάρμοσε στην Αφήγηση, θα ανήκουν μάλλον και αυτές στα χρόνια 1385-1395. Στην περίοδο της φυλάκισής του εξαιτίας των κατηγοριών της Κουταγιώταινας (1371;) οδηγούν οι αναφορές στη φυλακή στα πρώτα ποιήματα που παραδίδονται στα χειρόγραφα ως μία ενιαία συλλογή: τα ανομοιοκατάληκτα ποιήματα για τη φιλία και τους φίλους, για τη φυλακή και το προσωπικό της και τα ποιήματα με πολύστιχη ομοιοκαταληξία για την Κουταγιώταινα και τη διοργάνωση της συντεχνίας των πολιτικών. Το κυρίως ανομοιοκατάληκτο τραγούδι για την Πόθα Τζουστουνιά, που το δημιούργησε στη φυλακή, κυκλοφόρησε κιόλας προφορικά όσο ο Στέφανος βρισκόταν ακόμα στη φυλακή και έγινε μεγάλο σουξέ στους κύκλους της νεολαίας.

Με βάση το σωζόμενο ποιητικό έργο και τις εσωτερικές και μορφολογικές μαρτυρίες μπορούν να διακριθούν επομένως τρεις περίοδοι ποιητικής και συνθετικής δραστηριότητας στη ζωή του Στέφανου Σαχλίκη:
1. ± 1371, το χρονικό διάστημα που βρισκόταν προφυλακισμένος και καταδικασμένος στον Χάνδακα λόγω των κατηγοριών της ερωμένης του, της Κουταγιώταινας. Στη μορφή που μας έχουν παραδοθεί παρατηρείται η εξέλιξη από τον παραδοσιακό ανομοιοκατάληκτο ιαμβικό 15-σύλλαβο στίχο στην πρωτοποριακή πολύστιχη, κυρίως τετράστιχη, ρίμα στα ποιήματα για την Κουταγιὠταινα και τις συνάδελφές της.
2. ± 1385, κατά την περίοδο αμέσως μετά τη λήξη της θητείας του, συγγραφή του έργου Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη.
3. ± 1385 – 1395, περίοδος σύνθεσης των Συμβουλών στον Φραντζισκή και, όπως θα υποστηρίξω στη συνέχεια, της αναθεώρησης του παλιότερου έργου του.

Στα τρία στάδια αυτά θα μπορούσε να προστεθεί και η περίοδος μηδέν:
± 1348-1355, περίοδος μαθητείας και μαεστρίας στο επίκαιρο τραγούδι με τους μετρικούς αυτοσχεδιασμούς και την προφορική κυρίως σύνθεση τραγουδιών και σατιρικών ποιημάτων στα ελληνικά και ιταλικά. Εκτός από τις ενδείξεις στο έργο του δε σώζεται κανένα δικό του ποίημα1 αυτής της πρώτης περιόδου.

Η αναθεώρηση της Αφήγησις παράξενος

Το 2012 ο Γιάννης Μαυρομάτης κι εγώ στην ανακοίνωσή μας στο έβδομο συνέδριο Neograeca Medii Aevi2 στο Ηράκλειο παρουσιάσαμε ως καρπό της συνεργασίας μας για την έκδοση του ποιητικού έργου του Στἐφανου Σαχλίκη τα ολοφάνερα ίχνη της επεξεργασίας που η Αφήγησις παράξενος του ταπεινού Σαχλίκη είχε υποστεί, όταν το ποίημα είχε πάρει ήδη την αρχικά οριστική του μορφή (το 1385;). Αποδείξαμε πως το χωρίο για την ‘φρόνεσιν και τάξιν’ των χωριατών (στ. 163-226)3 διακόπτει τα συμβουλευτικά λόγια της Τύχης του (στ. 150-162 και 240-45).

Κάτι ανάλογο παρατηρείται και με το χωρίο για τη συμπεριφορά (τη βουλή και τη στράτα) των δικηγόρων (στ. 326-360 και 363-385). Το πρώτο μέρος, οι στίχοι 326-360, διακόπτει τους καταληκτικούς στίχους της ομολόγησης της αμαρτίας του Σαχλίκη και την απόφαση να αλλάξει συμπεριφορά ή να παραιτηθεί από το αξίωμα του δημόσιου δικηγόρου (στ. 324-325 και 361-362):

Και να το ειπώ κοντολογιά, όλοι οι αβουγαδούροι
όλοι μού εφάνησαν εμέν παγκλέπτες και γαϊδούροι.

και το συμπέρασμα (στ. 361-362):

Και πάλιν4 να το ειπώ απαρχής, να το εξεκαθαρίσω,
των αβουκάτων της κλεψιάν να την αποχωρίσω.

Ύστερα από τους στίχους αυτούς θα περίμενε ο αναγνώστης να ακολουθήσει το δίδαγμα της Αφήγησις παράξενος, όπως θα ταίριαζε σε ένα διδακτικό ποίημα με θεματική (στ. 23-26):

Λοιπόν όποιος ορέγεται να μἀθει δια την Μοίραν
το πώς παίζει τον άτυχον, ωσάν παιγνιώτης λύραν,
ας έλθει να αναγνώσει εδώ τούτο το καταλόγιν,
το εκάτσα κι εστιχόπλεξα και μοιάζει μοιρολόγιν.

Αντί γι᾽ αυτό ακολουθεί σαν συνέχεια του πρώτου μέρους της παρεμβολής για τους δικηγόρους η διάκριση που κάνει από την αρχή ο δικηγόρος ανάμεσα στους πλούσιους (στ. 363-380) και τους φτωχούς πελάτες (381-385). Το τελευταίο σκέλος έμεινε όμως μισοτελειωμένο και όχι μόνο στο χειρόγραφο, που παραδίδει τον στ. 384 ως 11-σύλλαβο (αυτός θωρώ έναι πτωχός εκδούριν).

Οι μεταβατικοί στίχοι 386-390, που συνδέουν στο κοινό πρότυπο των σημερινών τριών χειρογράφων την Αφήγηση παράξενο με τη συλλογή των ποιημάτων που γράφτηκαν στη φυλακή ή έχουν ως θέμα τη φυλάκίση του Σαχλίκη, οφείλονται σε έναν πολύ μεταγενέστερο γραφέα-στιχουργό.5 Αυτός συνόψισε σε αδέξιους ανομοιοκατάληκτους στίχους όλη την ᾼφήγηση, σαν να είναι ποίημα για τη διάταξη και τάξη των χωριατών και των αβουκάτων (στ. 386-387) και όχι έργο για τη μοιραία επίδραση της Τύχης στη ζωή του ανθρώπου Στέφανου Σαχλίκη.

 

Ο τρόπος εργασίας του αναθεωρητή ποιητή

  1. Ο στιχουργός, που υποθέσαμε ο Μαυρομάτης και εγώ πως είναι ο ίδιος ο Σαχλίκης, εμπλούτισε μετά το 1385 το έτοιμο διδακτικό ποίημα για τον άνθρωπο ως έρμαιο της Μοίρας, την αρχική Αφήγηση παράξενο, με χαρακτηρισμούς για τα ήθη και έθιμα ή τη συμπεριφορά μιας ομάδας ανθρώπων (οι κάτοικοι του χωριού του και οι δικηγόροι του δημοσίου, οι έμπειροι συνάδελφοί του). Πρόκειται για μια ριζική αναθεώρηση πού άρεζε τόσο πολύ στο ακροατήριό του που ο γραφέας του κοινού προτύπου των τριών σημερινών χειρογράφων του Σαχλίκη θεώρησε τις προσθήκες ως τα βασικά συστατικά του ποιήματος:

    Ακούσατε των χωριατών την διάταξιν και τάξιν
    και των αβουγαδούρων μας και αυτών των αβουκάτων.
    Εγώ απεδά αφήνω το τούτο το καταλόγι,

  2. Το δεύτερο στοιχείο που εκ των υστέρων προστέθηκε στο αρχικό ποίημα, είναι το θέμα της διάκρισης ή αντιπαράθεσης ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς. Είναι λιγότερο ανεπτυγμένο από το πρώτο θέμα. Ειδικά ο τρόπος που παρουσιάζεται στο μοναδικό χειρόγραφο Ν ο φτωχός πελάτης έμεινε απλώς ως ιδέα. Ο αναθεωρητής ποιητής δεν προχώρησε στην επεξεργασία του θέματος.

Η συμπεριφορά μιας ομάδας ανθρώπων

Τα χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης κατηγορίας ανθρώπων ως θέμα απαντούν ως προσθήκη στη σημερινή μορφή της Αφήγησης. Οι προσθήκες στο ποίημα χρονολογούνται μετά το 1385, όταν ο ποιητής σε ηλικία πενήντα χρονών έκανε στον αρχικό πυρήνα του ποιήματος απολογισμό της ζωής του παρουσιάζοντάς την ως μια σειρά από λανθασμένες επιλογές. Θα πρέπει να ερευνηθεί αν και στο υπόλοιπο έργο βρίσκονται περιπτώσεις και σε κάθε χωριστό ποίημα αν είναι αρχικές ή και εκεί μεταγενέστερες προσθήκες.

Οι Συμβουλές στον Φραντζισκή

Αυτό το ποίημα είναι το κατ᾽ εξοχήν παράδειγμα του συγκεκριμένου θέματος: στις τρεις κατηγορίες των ανθρώπων ο Σαχλίκης περιγράφει τα προς αποφυγήν φερσίματά τους: τους ξενύχτηδες, τους ζαριστές/τζογαδόρους και τις ‘πολιτικές’ με τους νέους άντρες ως άβουλα θύματά τους. Το ποίημα χρονολογείται περίπου την ίδια περίοδο που παρεμβλήθηκαν τα χωρία με τα χαρακτηριστικά των χωριατών και των δικηγόρων στην Αφήγηση παράξενο.

Οι τρεις κατηγορίες που παρουσιάζονται στο πλαίσιο των νουθεσιών προς έναν νεότερο άντρα, φαίνονται οργανικά δεμένες μεταξύ τους. Οι συμβουλές διαφέρουν όμως πολύ ως προς την έκτασή τους[^ζαριστές]: Οι ξενύχτηδες μετρούν 66 στίχους (στ. 52-117), οι ζαριστές διπλάσιους στίχους, 145 (στ. 120-262 + 458-59) και οι πολιτικές τριπλάσιους, 197 (στ. 263-457, 460-61). Όλες όμως έχουν περίπου την ίδια δομή. Στο πρώτο δίστιχο παρουσιάζεται το θέμα προς αποφυγήν, ακολουθούν μικρότερα και εκτενέστερα μοτίβα και η κάθε ενότητα κλείνει με ένα συμπερασματικό δίστιχο (τα νυκτογυρίσματα) ή τετράστιχο (οι ζαριστές και οι πολιτικές). Το ποίημα τελειώνει με το περιληπτικό δίστιχο:

Άφες και τες πολιτικές, μίσησε και τα αζάρια,
της νύκτας τα γυρίσματα, την πελελήν εγγάρεια.

Έτσι τελειώνουν οι Συμβουλές στον Φραντζισκή και στην πρόσφατη και καλύτερη έκδοση Μαυρομάτη-Παναγιωτάκη. Και στα τρία χειρόγραφα όμως6 το δίστιχο δε βρίσκεται εκεί, στο τέλος τέλος, αλλά μετά τη δεύτερη συμβουλή για τα ζάρια! Με αυτή τελείωνε λοιπόν αρχικά το ποίημα. Επομένως, η συμβουλή για τις πολιτικές δεν ανήκε στο αρχικό ποίημα! Για τον ποιητή του αρχικού έργου οι πολιτικές αποτελούσαν από την αρχή ένα από τα βασικά μοτίβα της πρώτης συμβουλής για τους κινδύνους της νυχτερινής ζωής (στ. 60), οι πορνοπαρέες7, οι κλέφτες και οι δολοφόνοι με όλες τις συνέπειες των νυχτερινών τους επαφών και συγκρούσεων:

Την νύκταν πόρνοι περπατούν και κλέπται και φονίσκοι.

Οι ‘πόρνοι’ παρουσιάζονται στους στ. 64-71, 82-87 και 98-101, με έμφαση όχι στις πολιτικές, αλλά στους άντρες που επιδιώκουν τη συντροφιά και συνουσία μαζί τους. Όταν διαβάζει κανείς κριτικά την πρώτη συμβουλή για τα νυκτογυρίσματα σκοντάφτει συχνά σε επαναλήψεις (στ. 82 κ.ε. = 64 κ.ε.) και απότομες μεταβάσεις από το ένα μοτίβο στο άλλο. Τα νυκτογυρίσματα δεν είναι μόνο η μικρότερη, αλλά και η πιο αδύνατη ενότητα των τριων Συμβουλών στον Φραντζισκή. Αναρωτιέται κανείς αν ο αναθεωρητής ποιητής μετέφερε στοιχεία του μοτίβου της πορνείας σπό την πρώτη ενότητα στην καινούργια δική του ενότητα.

Όλη η τρίτη συμβουλή στον Φραντζισκή να αποφεύγει τις πολιτικές δημιουργήθηκε επομένως εκ των υστέρων από τον αναθεωρητή ποιητή. Ενώ οι ξενύχτηδες και οι ζαριστές, τα θέματα προς αποφυγήν των πρώτων συμβουλών,8 παρουσιάζουν τη συμπεριφορά των αντρών που ακολουθούν αυτόν τον δρόμο και τις συνέπειες των πράξεών τους, η κατηγορία των πολιτικών δεν περιγράφει ως δια αποφυγήν άτομο τον άντρα που συχνάζει στα πορνεία και με τις ελευθέριες γυναίκες, όπως στην πρώτη συμβουλή, αλλά τα φερσίματα των πολιτικών. Η τρίτη συμβουλή δεν ξεχωρίζει μόνο με το πολύ μεγαλύτερο μήκος, αλλά και την εντελώς διαφορετική πρόθεση και προοπτική.

Τα τρία ποιήματα της φυλακής

Το τρίπτυχο της φυλακής ανήκει μαζί με το Περί φίλων, τη Βουλή των πολιτικών, την Γκιόστρα των πολιτικών και το Καταλόγι της Πόθας στη χρονολογικά πρώτη ποιητική συλλογή του Σαχλίκη με ποιήματα που όλα σχετίζονται με την περίοδο που ο Στέφανος Σαχλίκης βρισκόταν στη φυλακή του Χάνδακα. Οι ενότητες Περί φυλακής, Περί φυλακατόρων και Περί προσωπικού φυλακάτορα συνδέονται με το Περί φίλων με τους μεταβατικούς στίχους (Περί φίλων στ. 202 και Περί φυλακής 1):

Και από του νυν σχολάζω τα του λέγειν δια τους φίλους
και αρχίζω ως δια την φυλακήν την μυριοπονεμένην.

Tα τρία μέρη παραδίδονται από τα τρία χειρόγραφα, με τις συνηθισμένες μεταξύ τους μικροδιαφορές. Οι μεταβατικοί στίχοι Περί φίλων 202-Περί φυλακής 1, 73-75 και 155-57, που προστέθηκαν τελευταίοι για να συνδέσουν την Αφήγηση παράξενο με τη συλλογή των ποιημάτων της φυλακής, δημιουργούν, με την ενωτική τους λειτουργία, ένα oργανικό σύνολο από τα τρία χωριστά μέρη. Η σημερινή τους μορφή δυσκολεύει τον αναγνώστη να απαντήσει στο ερώτημα αν και σ᾽ αυτά τα τρία ποιήματα διακρίνονται ίχνη της δράσης του αναθεωρητή Σαχλίκη και αν συγκεκριμένα το ποίημα 2 ανήκει στην αρχική μορφή του τρίπτυχου για τη φυλακή ή αν πρόκειται για μεταγενέστερη προσθήκη.

Στο πρώτο ποίημα ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής περιγράφει τις φρικαλεότητες της φυλακής που τις έζησε ο ίδιος. Οι μελετητές από την αρχή προβληματίστηκαν για το φορμουλαϊκό τρίστιχο 23-25 = 59-62:

Έχει και άλλα η φυλακή πολλά κακά και θλίψεις·
και αν έν’ και ορέγετον κανείς να γράψει τα κακά της,
ποτέ να μην εσχόλαζεν, αν έζει χίλιους χρόνους.

Οι στ. 23-25 παραξενεύουν, αφού βρίσκονται σ᾽ ένα σημείο όπου ο ποιητής στους στ. 17-22 μόλις ξεκίνησε να περιγράφει τη φρίκη και τους πόνους της φυλακής. Συνέχεια της ίδιας θεματικής αποτελούν οι στ. 52-58. Οι στ. 29-51 με τις αλλεπάλληλες παρομοιώσεις, εικόνες και μεταφορές διακόπτουν αυτή τη θεματική των προσωπικών βιωμάτων κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του. Ειδικά η παρομοίωση της μοναξιάς της φυλακής (στ. 52-58) με την κόλαση του Πουργατόριου (στ.48-51) πρέπει για τον ρωμαιοκαθολικό μεσαιωνικό άνθρωπο να ηχούσε σαν παρατραβηγμένη. Οι στίχοι 23-28 και 29-51 δεν ανήκουν στο αρχικό ποίημα.

Κατά τα άλλα το πρώτο ποίημα, με το συμπέρασμα του πρωτοπρόσωπου αφηγητή για το μοναδικό καλό της φυλακής:

Τότε γνωρίζει ο καθαείς εγκαρδιακόν του φίλον
και τον καθάριον συγγενήν, όταν τον φυλακίσουν

συνδέεται στενά με το Περί φίλων ποίημα που προηγείται. Στους καταληκτικούς του στίχους ο αφηγητής συμπεραίνει (στ.183-85):

Κι εγώ τολμώ και λέγω το κι εις τούτο ουδέν εσφάλλω:
«Η φυλακή τους φίλους δε, δείχνει ως το ποτάμιν
και ως την πέτρα του χρυσού, εκείνη τους χωρίζει».

Και το τρίτο ποίημα για τον προσωπικό δεσμοφύλακα του Σαχλίκη παρουσιάζει τον ίδιο πρωτοπρόσωπο αφηγητή που αφηγείται από δική του πείρα τα βάσανα της φυλακής που τα πέρασε ο ίδιος. Εδώ δίνει ειδική έμφαση στο πού κατάντησε και πώς του φέρεται ο φύλακας με τη συντροφιά του. Το τέλος του τρίτου ποιήματος είναι απότομο.

Καμία σχέση με αυτά δεν έχει το ποίημα για την τάξιν (στ. 76 και 136) των φυλακατόρων. Σε αντίθεση με το πρώτο και το τρίτο, στους στ. 76-125 ένας αμέτοχος παρατηρητής αφηγείται σε ένα συγκεκριμένο κοινό αρχόντων (στ. 126) ή σε ένα αόριστο κοινό ‘μικρών τε και μεγάλων’ (στ. 134) με ποιον τρόπο συμφεριφέρονται συνήθως οι φυλακάτορες απάναντι στους φυλακισμένους. Ακόμα και στους στ. 134-153 ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής δεν ενδιαφέρεται για τα πάθη της φυλακής, αλλά για την πειστικότερη λογοτεχνική απόδοση της φρίκης της φυλακής, ακριβώς όπως συμβαίνει στην πρώτη ενότητα με τις παρομοιώσεις και εικόνες (στ. 29-51) που τις πρόσθεσε ο αναθεωρητής Σαχλίκης στο πρώτο ποίημα. Ολόκληρο το δεύτερο ποίημα για τους φυλακατόρους ανήκει στις επεμβάσεις του αναθεωρητή Σαχλίκη για τη συμπεριφορά της ομάδας των φυλακατόρων.

Το αρχικό ποίημα για τη φυλακή, πριν χωριστεί σε τρία μέρη, περιλάμβανε μόνο τους στίχους 2-22, 52-72 και 158-196 και ίσως κάποια μορφή διδάγματος, που στο πρότυπο των σημερινών χειρογράφων ήδη είχε χαθεί.

Δεν υπάρχει ίχνος από δίδαγμα ή από μεταβατικούς στίχους που θα συνέδεαν το ποίημα της φυλακής με την επόμενη ενότητα, που επιγράφεται στην έκδοση Μαυρομάτη-Παναγιωτάκη Βουλή των πολιτικών Οι στ. 1-75 βασικά μόνο ως προς τη μορφή της ομοιοκαταληξίας ανήκουν εκεί. Πραγματεύονται και αυτοί τους πόνους της φυλακής. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες ενότητες ο ποιητής εστιάζει στην Κουταγιώταινα που τον έστειλε στη φυλακή και τις συνάδελφές της και εύχεται να την εκδικηθεί. Με τους στίχους αυτούς διαμόρφωσε το κατάλληλο μεταβατικά πλαίσιο ανάμεσα στα ποιήματα για τη φυλακή και τις ρίμες για την Κουταγιώταινα.

Η αντιπαράθεση του πλουσίου με τον φτωχό

Ο πλούτος ή κάποια μορφή οικονομικής άνεσης παίζει ρόλο σε όλα τα ποιήματα του Σαχλίκη. Αυτό το δεύτερο θέμα, ακόμα και στην Αφήγηση παράξενο μισοτελειωμένο, θα μπορούσε να έχει το παράλληλό του και στο δεύτερο ποίημα του Περί φυλακής για τους φυλακάτορες, όπου θα ταίριαζε ενδεχομένως μετά την ανάπτυξη των στίχων 78-80. Ο ποιητής όμως περιορίστηκε στις άλλες επεμβάσεις. Μόνο στο Περί φίλων τα επίθετα ‘πλούσιος-πτωχός’ και τα συγγενή τους ουσιαστικά και ρήματα αντιπαρατίθενται. Στα άλλα ποιήματα του Σαχλίκη η έλλειψή πλούτου δεν έχει αναπτυχθεί.

Περί φίλων

Το ποίημα-επιστολή για τη γνήσια φιλία9 είναι το πρώτο από τα ποιήματα του Σαχλίκη στον κώδικα10 Parisinus graecus 2908 (Π). Σώζεται μόνο στο χειρόγραφο Π, αλλά βρισκόταν και στο πρότυπο11 του Ν, τον Neapolitanus graecus III A a 9.

Η επιστολή, που στη σημερινή της μορφή μετράει περίπου 200 στίχους, μοιάζει να είναι γραμμένη σύμφωνα με τους κανόνες της μεσαιωνικής ρητορικής, μόρφωση που πρέπει να την απέκτησε ο Σαχλίκης κατά τα δέκα-δώδεκα χρόνια της σχολικής του εκπαίδευσης. Η επιστολή διαιρείται σε πέντε μέρη: την προσφώνηση (§ 1), την captatio benevolentiae/παράκληση για ευμένεια (με δικαιολογία την αμάθεια ή το μέγεθος του εγχειρήματος) (§ 2), το κυρίως θέμα (§ 3-22), ὅπερ ἔδει δεῖξαι (§ 23-25), τον επίλογο-συμπέρασμα (§ 26-27). Σύμφωνα με τους κανόνες της ρητορικής προσφέρει με τη φιλία του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο (§ 4) ένα κατάλληλο διδακτικό παράδειγμα (exemplum), ένα παράθεμα από τη Σοφία Σολομώντος (§ 11) και προς το τέλος το ασφαλέστερο κριτήριο για τη γνησιότητα της φιλίας με τη βοήθεια τριων παρομοιώσεων (§ 23-25).

Όλοι οι μελετητές συμφωνούν με τον Παναγιωτάκη 196712 πως το κείμενο του Περί φίλων “παρουσιάζει εκ πρώτης όψεως λίγες σχετικά φθορές”. Και η μορφή του ποιήματος στην έκδοση Μαυρομάτη-Παναγιωτάκη διαφέρει ελάχιστα από το κείμενο του Π. Όποιος διαβάσει όμως κριτικά το ποίημα και αναλύσει τη δομή, βρίσκει διπλασιασμούς (η σκηνή του θανάτου του πλουσίου απαντά τρεις φορές, στ. 96-103, 107-116 και 117-139), επαναλήψεις (στ.89-91) και άλλες αδυναμίες.

Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής/επιστολογράφος Στέφανος (Σαχλίκης) στέλνει από τη φυλακή την επιστολή για τους φιλους και ψευδοφίλους στους ανώνυμους παραλήπτες της, όπως δείχνει η captatio benevolentiae στους στ. 15-17:

Λοιπόν, παρακαλώ σας το, τα σφάλματα τα κάμνω,
να με τα συμπαθήσετε, ότι κατέχετέ το
και μέγα ένι το κάμωμα και ο νους μου ουδέν το σώνει.

Σε αντίθεση με την πρόθεση αυτή δύο ενότητες δεν απευθύνονται στον πληθυντικό στους αποδέκτες του γράμματος, αλλά σε κάποιο δεύτερο πρόσωπο ενικού:
1. οι παράγραφοι 8-12, στ. 72-103, που αναπτύσσουν και άλλο την αντίθεση πλούσιου και φτωχού των στ. 61-71.
2. οι στίχοι για τη συμπεριφορά του κόσμου απέναντι στους φτωχούς (παράγραφοι 20-21, στ. 149-165) ως αντίβαρο στη στάση τους στους πλουσίους (στ. 117-139).

Η χρήση του δεύτερου προσώπου ενικού αντί για πληθυντικού στα δύο χωρία, αποδεικνύει πως το θέμα της αντιπαράθεσης πλουσίου και φτωχού, που στην Αφήγηση παράξενο διαπιστώσαμε πως είναι παρεμβολή του αναθεωρητή Σαχλίκη, είναι και στο Περί φίλων ξένο στοιχείο στο αρχικό ποίημα για τους φίλους. Αν χαρακτηρίσουμε τα δύο χωρία ως μή αρχικά, λύνεται αυτόματα και ο ενοχλητικός τριπλασιασμός της σκηνής του ετοιμοθάνατου πλουσίου: η πρώτη (στ. 96-103) και η τρίτη σκηνή (στ. 117-139) ανήκουν στο θέμα της αντιπαράθεσης πλουσίου και φτωχού και αποτελούν προϊόν μεταγενέστερης επεξεργασίας από τον αναθεωρητή Σαχλίκη. Από τα τρία χωρία μόνο το δεύτερο, στ. 107-116, είναι αρχικό13.

Ο αναθεωρητής ποιητής

Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τα ποιήματα του Σαχλίκη ως ενα ενιαίο σώμα κειμένων ενός συγκεκριμένου ποιητή Στέφανου Σαχλίκη. Περιμένουμε την έκδοση που ανάγγειλαν πριν πολλά χρόνια ο Γιάννης Μαυρομάτης κι εγώ. Όταν κυκλοφορήσει, θα έχουμε εκτός από τα άλλα στη διαθεσή μας τα κείμενα των τριων χειρογράφων, δηλ. ό,τι σώζεται σήμερα από τα ποιήματα που συνέθεσε και έγραψε ο Στέφανος Σαχλίκης κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 14ου αιώνα. Η πραγματικότητα είναι βέβαια πως και ό,τι προσφέρουν τα χειρόγραφα έχει περάσει από ίσως και δεκάδες χέρια γραφέων και αντιγραφέων.

Με τη μελέτη μου προστέθηκε άλλο ένα χέρι, κατά τη γνώμη μου (και είμαι βέβαιος πως θα συμφωνεί και ο Γιάννης Μαυρομάτης), χρονολογικά πολύ κοντά στον χρόνο δημιουργίας του σαχλικικού έργου. Τα χωρία που υποδείξαμε στην παλιά μας μελέτη και που πρόσθεσα παραπάνω, δεν έχουν τίποτε το ξένο προς τη γλώσσα, το ύφος και το πνεύμα του Σαχλίκη και απεναντίας θεωρούνται από όλους τους αναγνώστες και μελετητές γνήσια και από τα πιο χαρακτηριστικά του ποιητή. Επειδή λείπουν αυτή τη στιγμή τα εργαλεία για να διακρίνουμε στα ποιήματα του Στέφανου Σαχλίκη γνήσια και μη σαχλικικά στοιχεία, πρέπει να αρκεστούμε στην διαπίστωση: ο αναθεωρητής που εμπλούτισε τα αρχικά ποιήματα με τα θέματα της συμπεριφοράς ομάδων ανθρώπων και της αντιπαράθεσης πλουσίου και φτωχού, πρέπει κατά πάσα πιθανότητα να ταυτιστεί με τον ίδιο τον ποιητή Στέφανο Σαχλίκη.

Castricum, 7 Μαΐου 2023


  1. Ίσως το τραγούδι για την Κουταγιώταινα (στ. 245-52), που το τραγούδησαν τα μέλη της καινούργιας συντεχνίας μετά την εκλογή της Κουταγιώταινας ως πριόρας, να δίνει μια ιδέα των ασμάτων που κυκλοφορούσαν (βλ. και A.F. van Gemert, «Ο Στέφανος Σαχλίκης και η εποχή του», Θησαυρίσματα 17 (1980), 36-130, ιδ. 71–73 και έγγραφο Β´ 8 της 23 Δεκεμβρίου 1350). Οι πολιτικές πάντως της συντεχνίας τους το δέχτηκαν σαν ‘δικό τους’ επαγγελματικό τραγούδι (στ. 243). Οι παραπομπές και τα παραθέματα βασίζονται στην έκδοση: Γ.Κ. Μαυρομάτης-Ν.Μ. Παναγιωτάκης (εκδ.), Στέφανος Σαχλίκης. Τα ποιήματα. Χρηστική έκδοση με βάση τα τρία χειρόγραφα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015. 

  2. Arnold van Gemert – Γιάννης Μαυρομάτης, «Η συνοπτική και κριτική έκδοση των ποιημάτων του Στέφανου Σαχλίκη – Παρατηρήσεις στον τρόπο εργασίας του ποιητή», στο: Στ. Κακλαμάνης – Αλ. Καλοκαιρινός (επιμ.), Χαρτογραφώντας τη δημώδη λογοτεχνία (12ος-17ος αι.). Πρακτικά του 7ου διεθνούς συνεδρίου Neograeca Medii Aevi (01 – 04 Νοεμβρίου 2012), Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 2017, 217-228. 

  3. Οι στ. 227-239 αποτελούν ένα είδος περίληψης των προηγούμενων στίχων, με συντακτικές ατέλειες και ασυνέπειες σε σύγκριση με το υπόλοιπο χωρίο. 

  4. Με την απόφαση αυτή ο Σαχλίκης επαναλαμβάνει την αρχική αντίδραση στις παροτρύνσεις των συναδέλφων του (στ 294-95). 

  5. Για τους μεταβατικούς στίχους και άλλα στάδια γραφής, βλ. https://arnoldvangemert.com/σαχλικικά/138/ 

  6. Μόνο το Π παραδίδει όλο το δίστιχο, Τα Μ και Ν σώζουν μόνο τον πρώτο στίχο: άφες (και) τες πολιτικές και μίσησε τα ζάρια

  7. Για τη λέξη, βλ. Δημητράκος 3. ‘ο μετά πορνών διάγων’ και Κριαράς 1. 

  8. Βλ. και https://arnoldvangemert.com/σαχλικικά/179/ 

  9. Ο τίτλος που βρίσκεται στο παρισινό χειρόγραφο πάνω από τη συλλογή των ποιημάτων που σχετίζονται με την περίοδο της φυλάκισής του, αφορά περιληπτικά όλα τα ποιήματα της συλλογής: Γραφαί (= Περί φίλων), Στίχοι και ερμηνείαι (Περί φυλακής), έτι και Αφηγήσεις (= Η Βουλή των πολιτικών και η Γκιόστρα των πολιτικών). Δεν αποκλείεται ο γραφέας του Π ή του προτύπου του, επηρεασμένος από τους επόμενους πληθυντικούς τύπους (Στίχοι και ερμηνείαι, έτι και αφηγήσεις) να έγραψε ‘Γραφαί’ αντί για τον ενικό ‘Γραφή’. Το Περί φίλων είναι γράμμα (= γραφή). 

  10. Για τη σύνθεση του χειρογράφου, βλ. τώρα Arnold van Gemert, Ο Parisinus graecus 2909, στο: arnoldvangemert.com/Σαχλικικά/194/. Για μια πρώτη σύγκριση με τα άλλα χειρόγραφα, βλ. A.F. van Gemert, «Η παράδοση και η έκδοση των έργων του Στέφανου Σαχλίκη», στο: Elizabeth and Michael Jeffreys, Αναδρομικά και Προδρομικά. Approaches to Τexts in Early Modern Greek, Ρapers from the conference Neograeca Medii Aevi V, Exeter College, University of Oxford, September 2000, Oxford 2005, 411-25, βλ. ειδικά 411-12 και 419-20. 

  11. Το χειρόγραφο Ν αναγγέλλει στον μεταβατικό στίχο 300 (και δια τους φίλους του καλούς και τους κακούς το τί ‘ναι) ρητά το Περί φίλων ως μέρος της επόμενης συλλογής. Οι κώδικες Π και Ν μοιάζουν πολύ ως προς την σύνθεσή τους. Και οι δύο προσφέρουν μετά τα ποιήματα του Σαχλίκη τον Σπανέα. Και εκτός απ᾽ αυτό έχουν και το ειδολογικά ξένο σώμα μιας ερωτικής μυθιστορίας, ο Neapolitanus τον Λίβιστρο, ο Parisinus τον Ιμπέριο. Δεν αποκλείεται ο παρισινός κώδικας να συμπεριέλαβε στην αρχική του μορφή και τον Πτωχολέοντα

  12. Ν.Μ. Παναγιωτάκης, «Μελετήματα περί Σαχλίκη», Κρητικά Χρονικά 27 (1967),7-58. 

  13. Η διατύπωση και η έννοια της αρχικής σκηνής του θανάτου στους στ. 107-16 υπολείπονται σε σύγκριση με την επόμενη, πιο ανεπτυγμένη μορφή.